Μια
DIY πρωτοβουλία
για την ελεύθερη διακίνηση της
μουσικής και την προάσπιση των πνευματικών
ελευθεριών των καλλιτεχνών απέναντι
στην μουσική βιομηχανία
Αν
θες να κάνεις κάτι για πάντα δικό σου,
μοιράσου το
Το
δικαίωμα να μοιράζεσαι ελεύθερα και
απρόσκοπτα την πνευματική δημιουργία
είναι το ίδιο σημαντικό με την διασφάλιση
των πνευματικών δικαιωμάτων των
δημιουργών.
Η
μουσική είναι δημόσιο αγαθό και ο
δημιουργός έχει κάθε δικαίωμα να διακινεί
τα έργα του ελεύθερα (χωρίς να σημαίνει
βέβαια και δωρεάν) χωρίς διαμεσολαβητές,
χωρίς οικονομικούς και νομικούς
περιορισμούς.
Για
χιλιάδες χρόνια άλλωστε η δυνατότητα
της μουσικής να εξελίσσεται στηρίχθηκε
πάνω στην ελεύθερη διακίνηση και
αναπαραγωγή της, μέχρι που η μουσική
βιομηχανία, εκμεταλλευόμενη το Δίκαιο
περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας, διαμόρφωσε
το ρυθμιστικό πλαίσιο (copyright)
για τον περιορισμό της ελεύθερης
διακίνησης, δημόσιας εκτέλεσης και
αναπαραγωγής της μουσικής ακόμα και
από τους ίδιους τους δημιουργούς.
Το
copyright με λίγα λόγια είναι
το απόλυτο προνόμιο που έχει κάθε
δημιουργός για την αναπαραγωγή/ αντιγραφή
του έργου του από τον ίδιο αποκλειστικά
ή η μεταβίβαση του δικαιώματος σε τρίτο
(συνήθως τις δισκογραφικές εταιρίες)
μέσο έκδοσης άδειας από τον ίδιο.
Το
Δίκαιο περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας
δημιουργήθηκε την προ-ψηφιακή εποχή με
στόχο την προάσπιση των πνευματικών
(περιουσιακών και ηθικών) δικαιωμάτων
των δημιουργών κατά τη χρήση και
αναπαραγωγή των έργων τους.
Ο
μηχανισμός της πνευματικής ιδιοκτησίας
οδηγεί ιστορικά ελεύθερους τομείς
δημιουργίας (πολιτιστική, πνευματική,
επιστημονική) στην εκμετάλλευσή τους
από μερικές πολυεθνικές. Ενώ το πνευματικό
δικαίωμα αποκτάται αυτοδικαίως χωρίς
να απαιτείται αίτηση του δημιουργού ή
καταχώριση του έργου σε κάποια υπηρεσία,
στην πράξη τα κοινωνικά και ηθικά κίνητρα
προάσπισης των δικαιωμάτων των δημιουργών
μετατράπηκαν σε οικονομικά, μέσα από
την εμπορευματοποίηση της μουσικής και
την διείσδυση της οικονομικής θεωρίας
των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας στη μουσική
βιομηχανία.
Οι
δισκογραφικές εταιρίες με αυτό τον
τρόπο μπορούσαν πλέον να εκμεταλλεύονται
τα πνευματικά δικαιώματα των δημιουργών
κατά το δοκούν και να καθορίζουν την
παραγωγικότητα, την δημιουργικότητά
και την προβολή τους ανάλογα με τις
επιταγές της αγοράς (ζήτηση) και της
μόδας.
Με
δεδομένη την (άλλοτε ολική) αδυναμία
των δημιουργών να παρακολουθήσουν μόνοι
τους την οικονομική πορεία των έργων
τους, δημιουργήθηκε η τεχνητή ανάγκη
για την ύπαρξη διαμεσολαβητών ή μεσαζόντων
που θα έχουν ως κύριο μέλημα τη διασφάλιση
των δικαιωμάτων των δημιουργών για
λογαριασμό τους.
Έτσι
σε κάθε χώρα δημιουργήθηκαν τα σχετικά
νομοθετικά πλαίσια (βλέπε Ν.2121/1993 για
την "Πνευματική Ιδιοκτησία, Συγγενικά
Δικαιώματα και άλλα Πολιτιστικά Θέματα
ΦΕΚ Α/ 25/1993) και οι Οργανισμοί Συλλογικής
Διαχείρισης και Προστασίας (βλέπε
Ελληνική Εταιρεία Προστασίας Πνευματικής
Ιδιοκτησίας -ΑΕΠΙ ΑΕ- για τους συνθέτες/
στιχουργούς στην Ελλάδα), οι οποίοι όμως
επέδειξαν στην πράξη ότι δεν υπηρετούν
την πλειοψηφία των δημιουργών και το
κοινό καλό αλλά τα οικονομικά συμφέροντα
δισκογραφικών εταιρειών, προωθώντας ή
επεκτείνοντας μονοπωλιακά προνόμια.
Η
ΑΕΠΙ είναι ο εν Ελλάδι νταβατζής της
«πνευματικής ιδιοκτησίας». Οι δημιουργοί
που γίνονται μέλη της, της παραχωρούν
εξουσία πάνω στις δημιουργίες τους για
το γενικό δικαίωμα της εκτέλεσης,
μετάδοσης, αναπαραγωγής, προβολής,
διάθεσης, δηλαδή για τα πάντα. Κανείς
όμως δεν μπορεί να πει με σιγουριά τι
ποσοστό των εισπράξεων αποδίδει στους
δημιουργούς ή πως μετράται η αμοιβή
κάθε μέλους όταν η ΑΕΠΙ εισπράττει από
οποιοδήποτε δημόσιο χώρο ή ΜΜΕ που έχει
τη δυνατότητα να παίζει μουσική. Δεν
είναι τυχαίο που οι συνδικαλιστικές
ενώσεις των συνθετών/ στιχουργών είναι
σε ανοιχτή νομική και ιδεολογική διαμάχη
με την ΑΕΠΙ ΑΕ, που κατά τα άλλα προασπίζεται
τα δικαιώματά τους.
Ενώ
δηλαδή οι Οργανισμοί Συλλογικής
Διαχείρισης δημιουργήθηκαν αρχικά ως
αυτοδιαχειριζόμενες ενώσεις δημιουργών,
με σκοπό να καλύψουν την ανεπαρκή νομική
προστασία ως προς την αναγνώριση των
περιουσιακών δικαιωμάτων τους και τη
λήψη των ωφελημάτων που τους αναλογούν
από την πάσης φύσεως εκμετάλλευση των
έργων τους, στην πορεία μετεξελίχθηκαν
σε εισπρακτικούς μηχανισμούς της
μουσικής βιομηχανίας και των δισκογραφικών
εταιριών με στόχο να ελαχιστοποιήσουν
τα διαφυγόντα κέρδη από την δημόσια
προβολή, τη διαδυκτιακή διακίνηση της
μουσικής και την «παράνομη» αναπαραγωγή
(βλέπε πειρατεία).
Οι
καιροί όμως αλλάζουν. Στη σύγχρονη,
ψηφιακή εποχή το δίκαιο της πνευματικής
ιδιοκτησίας επηρεάστηκε άμεσα και στα
θεμέλιά του από τις εξελίξεις της
τεχνολογίας και των δυνατοτήτων/
ελευθεριών που προσφέρει στους δημιουργούς
και τους χρήστες, καθώς δημιουργήθηκαν
νέα εργαλεία παραγωγής και διανομής
περιεχομένου, τα οποία παρακάμπτουν
τις υπάρχουσες δομές και ενώνουν αυτόματα
την προσφορά με τη ζήτηση, τον δημιουργό
με τον ακροατή, χωρίς τη μεσολάβηση
ενδιάμεσων προσώπων, της μουσικής
βιομηχανίας δηλαδή.
Όλο
και περισσότεροι καλλιτέχνες επιλέγουν
να κάνουν την παραγωγή σε μικρές και
αυτοδιαχειριζόμενες εταιρίες ή
net-labels, ενώ
προωθούν και διαθέτουν τη μουσική τους
μέσο διαδυκτίου, με μεγάλη μάλιστα
επιτυχία. Οι σχέσεις της διαμεσολάβησης,
οι οποίες συνεπάγονταν και σχέσεις
εξουσίας, τείνουν προς κατάργηση ενώ
αλλάζει και ο χαρακτήρας του παραγόμενου
έργου, το οποίο μέσο της όσο το δυνατόν
πιο ελεύθερης διακίνησής του απαλλάσσεται
σε κάποιο βαθμό από την ιδιότητα του
εμπορικού προϊόντος και τείνει περισσότερο
στην λειτουργία που είχε ανέκαθεν η
«λαϊκή» τέχνη.
Η
μεγάλη χρήση του διαδικτύου σε όλο τον
κόσμο διαμορφώνει πλέον νέες συνθήκες
για το πως μοιραζόμαστε αυτά που
δημιουργούμε ή αγοράζουμε. Oι άδειες
τύπου Copyleft, και η ελληνική
έκδοση των αδειών χρήσης Creative Commons (Cc)
δημιουργήθηκαν για να παρέχουν την
δυνατότητα σε δημιουργούς να αποφασίζουν
ποια από τα δικαιώματα που τους εξασφαλίζει
το Δίκαιο της Πνευματικής Ιδιοκτησίας
θα διατηρήσουν για τον εαυτό τους και
ποια θα διαθέτουν ελεύθερα στην κοινωνία,
στη βάση τεσσάρων αρχών: α) αναφορά στον
αρχικό δημιουργό, β) διανομή του παράγωγου
έργου με τους όρους της αρχικής άδειας,
γ) ενθάρρυνση και ρύθμιση της δημιουργίας
παραγώγων του έργου και δ) απαγόρευση
εμπορικής χρήσης του έργου.
Από
τα παραπάνω προκύπτει ότι οι άδειες
σημαίνουν μεν μερική παραίτηση από
δικαιώματα, όπου αυτή η παραίτηση βεβαίως
είναι δυνατή, ενώ επιτρέπουν χρήσεις
των έργων υπό περιορισμούς και προϋποθέσεις
που ανάγονται στις εκάστοτε ανάγκες
του δημιουργού. Αποτελούν με αυτό τον
τρόπο αντιστροφή του δικαίου Πνευματικής
Ιδιοκτησίας, δίνοντας τη δυνατότητα με
εύχρηστο τρόπο στους δημιουργούς
πνευματικών έργων να τα δημοσιεύουν
προς το κοινό, όπως επιθυμούν αυτοί, και
όχι με παρακράτηση όλων των δικαιωμάτων
τους, όπως ισχύει υπό καθεστώς copyright
(all rights reserved). Όλο και περισσότερα
πνευματικά έργα, δημοσιεύονται με άδειες
Creative Commons (CC), απελευθερώνοντας από τα
δεσμά της ιδιοκτησίας τη γνώση.
Στον
χρήστη/ κοινό επιτρέπεται έτσι η
αναπαραγωγή, η διανομή, η παρουσίαση,
ακόμα και η μετατροπή του έργου, αρκεί
να αναφέρεται υποχρεωτικά ο αρχικός
δημιουργός και να μην γίνεται εμπορική
χρήση. Στόχος είναι να αποφεύγονται
προβλήματα που δημιουργεί στην ελεύθερη
ανταλλαγή (ψηφιακής) πληροφορίας το
ισχύον Δίκαιο περί Πνευματικής
Ιδιοκτησίας, κυρίως μέσα από την πίεση
των δισκογραφικών εταιριών για την
καταπολέμηση της «πειρατείας» και της
ελεύθερης διακίνησης της μουσικής από
το διαδίκτυο.
Η
ελεύθερη ροή της γνώσης, της πληροφορίας
και της κουλτούρας στην ψηφιακή εποχή
είναι αναγκαία προϋπόθεση για την
ανάπτυξη μίας ανοιχτής και δημοκρατικής
Κοινωνίας.
Ηλιόσποροι, www.iliosporoi.net